Οι φυτικές ίνες και ο ρόλος τους (Μέρος 2)
Οι φυτικές ίνες αποτελούν ένα σημαντικό συστατικό της διατροφής μας και σχετίζονται με πολύ σημαντικές επιδράσεις για την υγεία, όπως η ρύθμιση της λειτουργίας του γαστρεντερικού, η πρόληψη από χρόνιες παθήσεις για παράδειγμα τα καρδιαγγειακά και ο διαβήτης, καθώς και η διαχείριση του σωματικού βάρους μέσω του κορεσμού που προσφέρουν. Στην ουσία είναι ένας τύπος υδατάνθρακα, τον οποίο το έντερο δεν πέπτει, δηλαδή δεν τον διασπά και συναντάται κυρίως σε φυτικής προέλευσης τρόφιμα, όπως τα φρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια, οι καρποί και τα ολικής άλεσης τρόφιμα.
Τα τελευταία χρόνια τα τρόφιμα ολικής άλεσης έχουν κερδίσει σημαντικό έδαφος στο χώρο της διατροφής, και μάλιστα όχι άδικα, καθώς η κατανάλωσή τους έχει συσχετιστεί με πολλαπλά οφέλη και πλέον προτείνεται η ένταξη τους στο καθημερινό διαιτολόγιο τόσο για την πρόληψη όσο και για την θεραπεία ή/και συμπληρωματική θεραπεία κλινικών παθήσεων.
Διάφορες μορφές καρκίνου
Σε μία μετα-ανάλυση που έγινε το 2016 η πρόσληψη διαιτητικών ινών συσχετίστηκε αντιστρόφως μεεμφάνιση του καρκίνου του περιφερικού παχέος εντέρου (DCC) αλλά και με τον καρκίνο του εγγύς παχέος εντέρου (PCC), τόσο στον αντρικό πληθυσμό όσο και στο γυναικείο.
Η συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης διαιτητικών ινών και του καρκίνου του παχέος εντέρου έχει διερευνηθεί εντατικά. Η αυξημένη πρόσληψη φυτικών ινών μπορεί να οδηγήσει σε αραίωση των καρκινογόνων ουσιών των κοπράνων, μειωμένο χρόνο διέλευσης και αυξημένη βακτηριακή ζύμωση των ινών σε λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας με αντικαρκινογόνες ιδιότητες.
Σε μία παλαιότερη μετα-ανάλυση οι ερευνητές παρατήρησαν μείωση τουλάχιστον 10% στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου για κάθε 10 γρ.διαιτητικών ινών που προσλαμβάνουμε την ημέρα και μείωση 20% για αύξηση της ημερήσιας κατανάλωσης στα 90 γρ., με περαιτέρω μειώσεις για μεγαλύτερη πρόσληψη.
Η πρόσληψη φυτικών ινών έχει φανεί ότι δεν σχετίζεται με το καρκίνο του προστάτη, αντίθετα έχει φανεί ότι η καθημερινή κατανάλωση έχει θετική συσχέτιση με το κίνδυνο εμφάνισης του καρκίνου του μαστού.
Οι διατροφικοί παράγοντες υποπτευόταν από καιρό ότι εμπλέκονται στην ανάπτυξη καρκίνου του μαστού, ωστόσο, παρά τη μεγάλη βιβλιογραφία που υπάρχει, ελάχιστοι πειστικοί διατροφικοί παράγοντες κινδύνου έχουν εντοπιστεί (π.χ. πρόσληψη αλκοόλ). Οι διαιτητικές ίνες έχουν υποτεθεί ότι μειώνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού με βάση τις παρατηρήσεις ότι οι χορτοφάγοι γυναίκες έχουν αυξημένα οιστρογόνα στα κόπρανα και χαμηλότερες συγκεντρώσεις οιστρογόνων στο αίμα σε σύγκριση με τις παμφάγες γυναίκες. Έχει αποδειχθεί ότι οι διαιτητικές ίνες μπορεί να αναστείλουν την εντερική επαναρρόφηση των οιστρογόνων και μπορεί να αυξήσουν την απέκκριση των οιστρογόνων με τα κόπρανα
Επιπρόσθετα έχει παρατηρηθεί θετική σχέση της υψηλότερης συνολικής πρόσληψης φυτικών ινών με τον κίνδυνο εμφάνισης του καρκίνου του ενδομήτριου.
Έχουν προταθεί αρκετοί αξιόπιστοι μηχανισμοί για την υποστήριξη των προστατευτικών επιδράσεων των διαιτητικών ινών στον καρκίνο, συμπεριλαμβανομένων των μειωμένων επιπέδων χοληστερόλης στο πλάσμα, του μειωμένου μεταγευματικού σακχάρου στο αίμα και της βακτηριακής ζύμωσης των ινών σε λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας.
Ως αναγνωρισμένο υγιεινό διατροφικό πρότυπο, η υψηλότερη πρόσληψη διαιτητικών ινών μειώνει το σωματικό λίπος όπως αντικατοπτρίζεται είτε από τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), το βάρος ή την περίμετρο μέσης, την περιφέρεια ισχίου και την αναλογία μέσης προς γοφό. Αυτοί οι δείκτες παχυσαρκίας συσχετίστηκαν πειστικά με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του ενδομήτριου.
Τέλος, έχει βρεθεί θετική συσχέτιση και με άλλες μορφές καρκίνου όπως είναι ο καρκίνος του παγκρέατος, καρκίνος του οισοφάγου κ.α.
Μεταβολικό σύνδρομο
Το μεταβολικό σύνδρομο (MetS) είναι μια ομάδα συμπτωμάτων που αυξάνει τους κινδύνους για διάφορες χρόνιες ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών παθήσεων (CVD) και του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔ2).
Τα κύρια χαρακτηριστικά του MetS περιλαμβάνουν κοιλιακή παχυσαρκία, υψηλή αρτηριακή πίεση, υπεργλυκαιμία/αντίσταση στην ινσουλίνη και δυσλιπιδαιμία.
Έχει φανεί ότι η υψηλή κατανάλωση διαιτητικών ινών έχει συσχετιστεί αντιστρόφως με τον κίνδυνο του MetS και υποστηρίζεται μέσα από πληθώρα φυσιολογικών μηχανισμών που αφορούν τα χαρακτηριστικά του MetS(παχυσαρκία, υπερλιπιδαιμία, αρτηριακή πίεση κ.α.).
Σακχαρώδης διαβήτης
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας πρόσληψη 20-35 γρ ή 14 γρ / 1.000 Kcal φυτικών ινών από τα άτομα με ΣΔ, πιθανόν να σχετίζεται με ήπια βελτίωση της γλυκαιμικής ρύθμισης αλλά με μεγαλύτερη βεβαιότητα μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Οι φυτικές ίνες προωθούνται ως μέρος ενός υγιεινού διατροφικού προτύπου και στη διαχείριση του διαβήτη. Έχουμε εξετάσει τον ρόλο των διατροφών υψηλής περιεκτικότητας σε φυτικές ίνες στη θνησιμότητα και την αύξηση της πρόσληψης φυτικών ινών στον γλυκαιμικό έλεγχο και άλλους καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου ενηλίκων με προδιαβήτη ή διαβήτη τύπου 2.
Οι δίαιτες πλούσιες σε φυτικές ίνες αποτελούν σημαντικό συστατικό της διαχείρισης του διαβήτη, με αποτέλεσμα βελτιώσεις στα μέτρα του γλυκαιμικού ελέγχου, των λιπιδίων του αίματος, του σωματικού βάρους και της φλεγμονής, καθώς και σε μείωση της πρόωρης θνησιμότητας. Αυτά τα οφέλη δεν περιορίζονταν σε κανένα τύπο φυτικών ινών ή σε οποιοδήποτε τύπο διαβήτη και ήταν εμφανή σε όλο το φάσμα των προσλήψεων, αν και παρατηρήθηκαν μεγαλύτερες βελτιώσεις στον γλυκαιμικό έλεγχο για όσους μετακινούνταν από χαμηλή σε μέτρια ή υψηλή πρόσληψη. Με βάση αυτά τα ευρήματα, η αύξηση της ημερήσιας πρόσληψης φυτικών ινών κατά 15 g ή σε 35 g μπορεί να είναι ένας εύλογος στόχος που αναμένεται να μειώσει τον κίνδυνο πρόωρης θνησιμότητας σε ενήλικες με διαβήτη.
Τέλος, μετα-αναλύσεις έχουν δείξει ότι οι δίαιτες υψηλότερες σε γλυκαιμικό δείκτη (GI) και φορτίο (GL), ανεξάρτητα από τις διαιτητικές ίνες, αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 μεταξύ υγιών πληθυσμών ανδρών και γυναικών, καθεμία από τις οποίες ικανοποιεί επαρκώς τις σημαντικά κριτήρια για τη διατροφή της δημόσιας υγείας. Αυτό υποστηρίζεται από την παγκόσμια (παγκόσμια) επίπτωση του διαβήτη που αυξάνεται κατά περίπου 90% σε όλο τον κόσμο.
Transit Time-Γαστρεντερικές Διαταραχές
Οι διαιτητικές ίνες έχουν γνωστές ευεργετικές επιδράσεις στην ανθρώπινη κανονικότητα, αυξάνοντας το βάρος των κοπράνων και τον χρόνο διέλευσης. Τόσο το βάρος των κοπράνων όσο και ο χρόνος διέλευσης είναι βασικοί δείκτες για την υγεία του εντέρου και του πεπτικού συστήματος. Οι ανωμαλίες χρησιμεύουν ως διαγνωστικά κριτήρια για επικρατούσες γαστρεντερικές διαταραχές, συμπεριλαμβανομένης της λειτουργικής δυσκοιλιότητας, καθώς και του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου και της δυσπεψίας.
Οι διαιτητικές ίνες παίζουν σημαντικό ρόλο στην επαρκή λειτουργία του γαστρεντερικού σωλήνα και έχουν υποστηριχθεί για βελτιωμένη λειτουργία του εντέρου από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Το ότι βελτιώνει τη διατροφή και την υγεία δεν αμφισβητείται. Αυτή η ανασκόπηση περιλαμβάνει ίνες που ταιριάζουν στον γενικά συμφωνημένο ορισμό: υδατάνθρακες που δεν υδρολύονται ή απορροφώνται στο ανώτερο τμήμα του γαστρεντερικού σωλήνα. Ως ετερογενείς ομάδες ενώσεων με μοναδικές και επικαλυπτόμενες λειτουργίες, οι διαιτητικές ίνες βελτιστοποιούν την υγεία και παρέχουν τα καλύτερα αποτελέσματα όταν αλληλοσυμπληρώνονται και επαυξάνονται.
Ανοσοποιητικό σύστημα
Η βέλτιστη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος του εντέρου εξαρτάται από τα διαιτητικά συστατικά, ιδιαίτερα τα πρεβιοτικά (ουσίες που διεγείρουν την ανάπτυξη βακτηρίων που προάγουν την υγεία στο κόλον). Τα περισσότερα πρεβιοτικά είναι μη αφομοιώσιμοι υδατάνθρακες που ζυμώνονται στο κόλον. Η ινουλίνη και άλλες ολιγοφρουκτόζες ενεργούν, εν μέρει, στην τόνωση της ανάπτυξης των bifidobacteria στο κόλον. Τα bifidobacteria και οι γαλακτοβάκιλλοι είναι βακτήρια που προάγουν την υγεία και παράγουν λιπαρά οξέα βραχείας αλύσου και διεγείρουν το ανοσοποιητικό σύστημα.
Συμπέρασμα
Συμπερασματικά φαίνεται από τα παραπάνω ότι οι διαιτητικές ίνες μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στη εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού, να βοηθήσουν στην πρόληψη ορισμένων νοσημάτων και χαρίζουν ποικιλία στο καθημερινό διαιτολόγιο.
Μια συνταγή για να είναι πλούσια σε φυτικές ίνες (High Fiber) πρέπει να έχει τουλάχιστο 5γρ. φυτικών ινών ανά μερίδα. Θεωρείτε καλή πηγή όταν έχει 2,5-4,9 γρ. φυτικών ινών ανά μερίδα.
Τέλος, η υπερβολική κατανάλωση φυτικών ινών μπορεί να προκαλέσει προβλήματα, όπως αέρια, τυμπανισμό, φούσκωμα και κράμπες στην κοιλιά, ειδικά όταν δεν είστε συνηθισμένοι σε δίαιτες με υψηλή περιεκτικότητα σε ίνες. Μάλιστα σε ορισμένες συσκευασίες τροφίμων αναγράφεται ότι η μεγάλη κατανάλωση μπορεί να προκαλέσει γαστρεντερικές διαταραχές
Γιώργος Α. Χατζής,
Διαιτολόγος – Διατροφολόγος
Msc Κλινική Διαιτολογία
Βιβλιογραφία
- Aune D, Chan DS, Lau R, et al. Dietary fibre, whole grains, and risk of colorectal cancer: systematic review and dose-response meta-analysis of prospective studies. BMJ 2011;343:d6617.
- Aune, D., Chan, D. S. M., Greenwood, D. C., Vieira, A. R., Rosenblatt, D. A. N., Vieira, R., &Norat, T. (2012). Dietary fiber and breast cancer risk: a systematic review and meta-analysis of prospective studies. Annals of Oncology, 23(6), 1394–1402. doi:10.1093/annonc/mdr589
- Chen JP, Chen GC, Wang XP, Qin L, Bai Y. Dietary Fiber and Metabolic Syndrome: A Meta-Analysis and Review of Related Mechanisms. Nutrients. 2017 Dec 26;10(1):24. doi: 10.3390/nu10010024. PMID: 29278406; PMCID: PMC5793252.
- de Vries J, Birkett A, Hulshof T, Verbeke K, Gibes K. Effects of Cereal, Fruit and Vegetable Fibers on Human Fecal Weight and Transit Time: A Comprehensive Review of Intervention Trials. Nutrients. 2016 Mar 2;8(3):130. doi: 10.3390/nu8030130. PMID: 26950143; PMCID: PMC4808860.
- Esmaillzadeh A., Mirmiran P., Azizi F. Whole-grain consumption and the metabolic syndrome: A favorable association in Tehranian adults. Eur. J. Clin. Nutr. 2005;59:353–362. doi: 10.1038/sj.ejcn.1602080.
- Goldin BR, Adlercreutz H, Gorbach SL, Warram JH, Dwyer JT, Swenson L, Woods MN. Estrogen excretion patterns and plasma levels in vegetarian and omnivorous women. N Engl J Med. 1982 Dec 16;307(25):1542-7. doi: 10.1056/NEJM198212163072502. PMID: 7144835.
- Livesey G, Taylor R, Livesey HF, Buyken AE, Jenkins DJA, Augustin LSA, Sievenpiper JL, Barclay AW, Liu S, Wolever TMS, Willett WC, Brighenti F, Salas-Salvadó J, Björck I, Rizkalla SW, Riccardi G, Vecchia CL, Ceriello A, Trichopoulou A, Poli A, Astrup A, Kendall CWC, Ha MA, Baer-Sinnott S, Brand-Miller JC. Dietary Glycemic Index and Load and the Risk of Type 2 Diabetes: A Systematic Review and Updated Meta-Analyses of Prospective Cohort Studies. Nutrients. 2019 Jun 5;11(6):1280. doi: 10.3390/nu11061280. PMID: 31195724; PMCID: PMC6627334.
- Ma Y, Hu M, Zhou L, Ling S, Li Y, Kong B, Huang P. Dietary fiber intake and risks of proximal and distal colon cancers: A meta-analysis. Medicine (Baltimore). 2018 Sep;97(36):e11678. doi: 10.1097/MD.0000000000011678. PMID: 30200062; PMCID: PMC6133424.
- Reynolds AN, Akerman AP, Mann J. Dietary fibre and whole grains in diabetes management: Systematic review and meta-analyses. PLoS Med. 2020 Mar 6;17(3):e1003053. doi: 10.1371/journal.pmed.1003053. PMID: 32142510; PMCID: PMC7059907.
- Sheng T, Shen RL, Shao H, Ma TH. No association between fiber intake and prostate cancer risk: a meta-analysis of epidemiological studies. World J SurgOncol. 2015 Aug 28;13:264. doi: 10.1186/s12957-015-0681-8. PMID: 26315558; PMCID: PMC4552444.
- Uusitupa M, Khan TA, Viguiliouk E, Kahleova H, Rivellese AA, Hermansen K, Pfeiffer A, Thanopoulou A, Salas-Salvadó J, Schwab U, Sievenpiper JL. Prevention of Type 2 Diabetes by Lifestyle Changes: A Systematic Review and Meta-Analysis. Nutrients. 2019 Nov 1;11(11):2611. doi: 10.3390/nu11112611. PMID: 31683759; PMCID: PMC6893436.
- Wei B., Liu Y., Lin X., Fang Y., Cui J., Wan J. Dietary fiber intake and risk of metabolic syndrome: A meta-analysis of observational studies. Clin. Nutr. 2017 doi: 10.1016/j.clnu.2017.10.019